Πέμπτη 27 Ιουνίου 2019

Το μαύρο πρόβατο κι ο λύκος

Το μαύρο πρόβατο κι ο λύκος [1]

Του E=m.c²

Η Λιμπέρτια ήταν ένα νεαρό πρόβατο το οποίο, σε αντίθεση με τα άλλα πρόβατα του κοπαδιού, γεννήθηκε μαύρο. Και το χρώμα της ήταν μόνο μία από τις παραξενιές της.

Ο χαρακτήρας της ήταν επίσης διαφορετικός από εκείνο των λευκών προβάτων. Δεν ήταν τόσο φιλήσυχη όσο οι σύντροφοί της. Δεν κατέβαζε το κεφάλι και δε στριμωχνώταν με τους άλλους την ώρα του μεσημεριανού ύπνου, αλλά προτιμούσε να βολτάρει τη γύρω περιοχή αντί να λαγοκοιμάται. Και όταν ερχόταν η ώρα να προχωρήσει μαζί με το κοπάδι, συνήθιζε να προπορεύεται ή να μένει πίσω, ή να ξεστρατίζει από το μονοπάτι, εκνευρίζοντας τον τσοπάνη και τα σκυλιά, που έπρεπε πάντα να τρέχουν πίσω της για να τη γυρίσουνε στο δρόμο. Και όταν επέστρεφε στο μαντρί, κατά το σούρουπο, ήτανε πάντα η τελευταία και φερόταν τόσο τεμπέλικα, που ο τσοπάνης έπρεπε να την απειλεί με τις φωνές, κραδαίνοντας τη γκλίτσα του, και μάλιστα καμιά φορά και να τη σπρώχνει και να την κλωτσάει για να τη βάλει μέσα. Μερικές φορές, γυρνούσε στα σκυλιά ή στον τσοπάνη και τους απειλούσε πως θα τους κουτουλήσει - και κάποτε το είχε κάνει κιόλας. Άλλες φορές, αν ο τσοπάνης ήταν αφηρημένος, έχεζε και κατουρούσε στην κουβέρτα και στο σάκο του. Και, συχνά, όταν ήταν με το υπόλοιπο κοπάδι και βαριόταν, σκεφτότανε διάφορα και προσπαθούσε να εξηγήσει στα άλλα πρόβατα πως ήταν αδικία, το ότι ο τσοπάνης δεν τους φερόταν τόσο καλά όσο φερόταν στα υπόλοιπά του ζώα· πως δεν τα αγκάλιαζε, όπως έκανε με τους σκύλους του· πως δεν τους έδινε τίποτα να φάνε, πέρα απ' το γρασίδι που βρίσκαν στο λιβάδι, σε αντίθεση με αυτό που έκανε η οικογένεια του τσοπάνη στα γελάδια, στα οποία έδινε σανό και κριθάρι· πως δεν τα πήγαινε βόλτα στο χωριό, όπως έκανε με τον γάιδαρο… Και όταν τ' άκουγαν αυτά οι άλλοι, σταματούσαν για μια στιγμή να βόσκουν, σηκώναν το κεφάλι τους, την κοίταζαν ανέκφραστα και συνέχιζαν να βόσκουν, ακριβώς όπως έκαναν όταν, σε μια καταιγίδα, ο μονότονος ήχος της βροχής διακοπτόταν από ένα μακρινό κεραυνό.

Χάρη σε όλα αυτά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, τόσο ασυνήθιστα για πρόβατο, η Λιμπέρτια έβλεπε τον εαυτό της σαν επαναστάτρια και ένιωθε τυχερή, γιατί νόμιζε πως είχε ελευθερώσει τον εαυτό της από τις προκαταλήψεις που εμπόδιζαν τα άλλα πρόβατα από το να δούνε. Ένιωθε πως ήταν πραγματικά ελεύθερη.

Έτσι είχαν τα πράγματα ώσπου μια μέρα, όταν το κοπάδι βρισκόταν στα θερινά βοσκοτόπια του βουνού, κι ενώ τα πρόβατα, ο τσοπάνης και οι σκύλοι παίρναν τον υπνάκο τους κάτω απ' τον ήλιο του Ιουλίου, η Λιμπέρτια, που περιπλανιόταν ως συνήθως, συνάντησε ένα περίεργο ζώο που είχε ξαπλώσει στον ίσκιο μιας μεγάλης βελανιδιάς. Με την πρώτη ματιά το πέρασε για σκύλο, επειδή η εμφάνισή του ήταν τέτοια, και αντάλλαξαν ήρεμα χαιρετισμούς:

- Γεια σου!
- Καλώς την!
- Φυλάς κανένα κοπάδι πρόβατα εδώ γύρω; - ρώτησε η Λιμπέρτια.
- Όχι για την ώρα. Παρεμπιπτόντως, πρόβατο, δεν νομίζεις πως είσαι λίγο μακριά απ' το κοπάδι σου; Μπορεί να χαθείς.
- Δεν το νομίζω - είπε το περήφανο πρόβατο - δεν είμαι συμβατικό πρόβατο, είμαι μαύρο προβατο, και τριγυρνάω ελεύθερα.

Με το που το άκουσε αυτό ο ξένος, έσκασε στα γέλια, φανερώνοντας σαγόνια γεμάτα κοφτερά δόντια και δυο ζευγάρια μεγάλους κυνόδοντες. Όταν τα είδε αυτά, η Λιμπέρτια τρομοκρατήθηκε και συνειδητοποίησε ξαφνικά πως το ζώο που έμοιαζε με σκύλο ήταν αυτό που τα γηραιότερα πρόβατα και οι σκύλοι του τσοπάνη αποκαλούσαν "λύκο". Ήταν έτοιμη να το σκάσει τρέχοντας, όταν ο λύκος της είπε χαμογελαστά:
- Μην τρέχεις, δεν πρόκειται να σε βλάψω. Μόλις έφαγα ένα σαν κι εσένα πριν λίγο, στην άλλη μεριά του βουνού. Δεν πεινάω ακόμη. Μου αρέσεις πραγματικά, και γι' αυτό θα σε μάθω λίγα πράγματα για τον εαυτό σου που δεν τα ξέρεις.

Η Λιμπέρτια, βλέποντας πως ο λύκος δεν κουνήθηκε και πως πραγματικά δεν έμοιαζει να έχει πρόθεση να της επιτεθεί, ησύχασε λίγο και έδειξε ενδιαφέρον.

- Τι μπορείς να μου δείξεις που δεν ξέρω; - απάντησε.
- Είμαι γέρικος λύκος, μην το ξεχνάς, και αν ξέρω το οτιδήποτε, τότε αυτό έχει να κάνει με τα πρόβατα, διότι σκότωσα και κατασπάραξα πολλά στη διάρκεια της ζωής μου.
- Εντάξει, αλλά εγώ δεν είμαι συνηθισμένο πρόβατο, είμαι μαύρο πρόβατο.
- Μαύρο ή άσπρο, το ίδιο κάνει· εν πάσει περιπτώσει, είσαι πρόβατο. Θαρρείς πως είσαι ανεξάρτητη, ελεύθερη… Αλλά δεν είσαι ικανή να απομακρυνθείς πολύ απ' το κοπάδι, να το εγκαταλείψεις πραγματικά, έχω άδικο; Έχεις περάσει καθόλου χρόνο μακριά απ' το κοπάδι, μόνη σου; Το προσπάθησες; Τι, όχι; Ούτε καν σου έχει περάσει απ' το μυαλό.

Κοίταξε τη Λιμπέρτια με τα λοξά, λυκίσια μάτια του και με βλέμμα σοβαρό, και αυτή σώπασε και κοίταξε κάτω, σε μια άκρως εύγλωττη σιγή.

- Σου αρκεί να κάνεις βόλτες την ώρα του μεσημεριανού ύπνου, αλλά βέβαια, χωρίς να χάνεις απ' τα μάτια σου τα άλλα πρόβατα ή τον τσοπάνη και τα σκυλιά του· να πηγαίνεις στο πλάι του δρόμου όταν κινείται το κοπάδι, αλλά, εν τέλει, να μην παύεις να πηγαίνεις εκεί που πάνε όλα τα άλλα πρόβατα· και, γενικά, να είσαι λίγο περισσότερο μπελάς και να δίνεις λίγο πιο πολλή δουλειά στα σκυλιά και στον αφέντη σου. Με όλα αυτά, νομίζεις πως είσαι ελεύθερη κι αντάρτισσα, αλλά στην πραγματικότητα, είσαι ακόμη δούλα, είσαι ακόμη μέλος του κοπαδιού αυτού που δεν μπορείς και δεν θες να εγκαταλείψεις, είσαι ακόμη πρόβατο, σπάνιο και μαύρο, αλλά στο κάτω-κάτω πρόβατο.
Δεν είσαι ούτε αγρινό, ούτε ζαρκάδι, ούτε ελάφι, ούτε αγριόχοιρος, ούτε αγριοκάτσικο, ούτε αλεπού, ούτε αρκούδα, ούτε κανένα από εμάς, τα άγρια ζώα, που κατοικούμε αυτά τα βουνά και είμαστε πραγματικά ελεύθερα.

Απεχθανόμαστε τη φροντίδα και τη στοργή των αφεντάδων και την άνεση μιας ζωής δούλων και φυλακισμένων, και αυτό που πραγματικά εκτιμούμε είναι η ελεύθερη και άγρια ζωή που ζούμε εδώ. Εσύ, όμως, δεν ξέρεις και δεν μπορείς να ξέρεις, τι είναι η ελευθερία, και φθονείς τη ζωοτροφή που δίνει ο αφέντης σου στα γελάδια του και τις αγκαλιές και την εκτίμηση που δείχνει στα σκυλιά του, γιατί είσαι εξίσου δουλική με αυτά, και πάντα θα είσαι έτσι, διότι δεν είσαι παρά ένα πρόβατο που δεν θέλει να σταματήσει να είναι πρόβατο και πιστεύει πως αρκεί να είναι μαύρο.
Πρέπει να γνωρίζεις πως αν ο τσοπάνης δεν σε έχει ακόμη ξεφορτωθεί και ανέχεται τις υπερβολές σου, είναι επειδή του είσαι χρήσιμη. Τα κοπάδια με μαύρα και λευκά πρόβατα είναι πιο ανθεκτικά σε ασθένειες απ' ότι τα κοπάδια μόνο με λευκά. Τα τελευταία, με τον καιρό, τείνουν να εκφυλίζονται και να εξαφανίζονται. Για την ακρίβεια, στην άλλη πλευρά των βουνών, όπου η κτηνοτροφία είναι μακράν πιο ανεπτυγμένη απ' ότι εδώ, οι αγέλες αποτελούνται κυρίως από μαύρα και γκρίζα πρόβατα, διότι η διασταύρωση προβάτων διαφορετικών χρωμάτων, που σκουραίνει το τρίχωμα των απογόνων τους, εγγυάται τη μελλοντική υγεία, αντοχή και παραγωγικότητα της αγέλης, ακόμη κι αν είναι δυσκολότερη η διαχείρισή της.

Και τώρα, γύρνα πίσω στους συντρόφους σου, πριν ξαναπεινάσω και μετανιώσω που δε σου είχα δαγκώσει το λαιμό.

Και η Λιμπέρτια γύρισε στο κοπάδι με το κεφάλι κάτω. Και φυσικά, παρέμεινε μαύρη· και δεν σταμάτησε να φέρεται πότε πότε εκκεντρικά (ήταν, άλλωστε, μαύρο πρόβατο και δεν μπορούσε παρά να είναι λίγο αλλόκοτη), αλλά ποτέ δεν ξέχασε την αλήθεια στα λόγια του λύκου: Τα μαύρα πρόβατα δεν είναι παρά πρόβατα, μέλη της αγέλης.



[1] Από τις ιστορίες του βιβλίου Historias desde el Lado Oscuro (E=m.c², 2004), © 2004, E=m.c². Δημοσιευμένη στο διαδίκτυο από τη σελίδα ultimoreductosalvaje.blogspot.com. Μεταφρασμένη στα Ελληνικά από την παρούσα σελίδα, σε συνεργασία με τον αρχικό συγγραφέα.


Άγρια Χώρα


Επικοινωνία: agria.chora@hotmail.com