Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2019

Το πλοίο των ηλιθίων

Το πλοίο των ηλιθίων [1]

Του Theodore J. Kaczynski

Μια φορά κι έναν καιρό, ο καπετάνιος και οι υποπλοίαρχοι ενός πλοίου κατέληξαν τόσο ματαιόδοξοι για την ναυτοσύνη τους, τόσο γεμάτοι από ύβρι και τόσο εντυπωσιασμένοι με τον εαυτό τους, που τρελάθηκαν. Έστριψαν το πλοίο προς το Βορρά και αρμένιζαν, μέχρις ότου συνάντησαν παγόβουνα και επικίνδυνες παγονησίδες, κι έπειτα συνέχισαν να πλέουν βόρεια σε όλο και πιο επισφαλή νερά, μόνο και μόνο για να δίνουν στον εαυτό τους ευκαιρίες για να πετυχαίνουν όλο και πιο έξοχα κατορθώματα στη ναυτική τους τέχνη.

Καθώς το πλοίο έφτανε σε όλο και υψηλότερα γεωγραφικά πλάτη, οι επιβάτες και το πλήρωμα ένιωθαν όλο και πιο άβολα. Άρχισαν να τσακώνονται αναμεταξύ τους και να παραπονιούνται για τις συνθήκες υπό τις οποίες ζούσαν.

"Να πάρει και να σηκώσει", είπε ένας θαλασσόλυκος, "αν αυτό δεν είναι το χειρότερο ταξίδι που έχω κάνει ποτέ μου. Το κατάστρωμα γλιστράει από τον πάγο· όταν έχω σκοπιά, ο άνεμος κόβει μέσα απ' το παλτό μου σα μαχαίρι· κάθε φορά που μαϊνάρω το πανί, λίγο κοντέυουν να ξεπαγιάσουν τα δάχτυλά μου· και για όλα αυτά παίρνω πέντε τσακισμένα σελίνια το μήνα!"

"Θαρρείς την έχεις άσχημα!" είπε μια γυναίκα επιβάτης. "Δεν μπορώ να κοιμηθώ το βράδυ απ' το κρύο. Οι κυρίες σε αυτό το πλοίο δεν παίρνουν τόσες κουβέρτες όσες οι άνδρες. Δεν είναι δίκαιο!"

Ένας Μεξικάνος ναύτης πετάχτηκε: "Ε γαμώ το κέρατό μου! Παίρνω μόνο το μισό μισθό απ' τον Εγγλέζο ναύτη. Χρειαζόμαστε μπόλικο φαΐ για να μας κρατά ζεστούς σε αυτό το κλίμα, και δεν παίρνω όσο μου αναλογεί· οι Εγγλέζοι παίρνουν πιο πολύ. Και το χειρότερο είναι που οι υποπλοίαρχοι μου δίνουν πάντα εντολές στα Αγγλικά αντί για τα Ισπανικά."

"Έχω περισσότερους λόγους να παραπονιέμαι απ' τον οποιονδήποτε", είπε ένας Ινδιάνος ναύτης. "Εάν το χλωμό πρόσωπο δε μου έκλεβε τη γη των προγόνων μου, δεν θα ήμουν καν σε αυτό το πλοίο, ανάμεσα σε παγόβουνα και αρκτικούς ανέμους. Θα έκανα απλώς κουπί στο κανό μου σε μια ωραία, γαλήνια λίμνη. Μου αξίζει αποζημίωση. Τουλάχιστον, ο καπετάνιος θα έπρεπε να μου επιτρέψει να στήσω ένα παιχνίδι μπαρμπούτι για να βγάζω χαρτζιλίκι."

Ο λοστρόμος μίλησε μετά: "Χθες ο πρώτος υποπλοίαρχος με είπε "συκιά" απλώς επειδή ρουφάω πούτσες. Έχω δικαίωμα να ρουφάω πούτσες χωρίς να με κοροϊδεύουνε για αυτό!"

"Δεν είναι μόνο οι άνθρωποι που τους κακομεταχειρίζονται στο πλοίο", διέκοψε μια φιλόζωη ανάμεσα στους επιβάτες, με τη φωνή της να τρέμει από αγανάκτηση. "Μόλις την τελευταία βδομάδα είδα δυο φορές το δεύτερο υποπλοίαρχο να κλωτσάει το σκύλο του καραβιού!"

Ένας από τους επιβάτες ήταν καθηγητής πανεπιστημίου. Σφίγγοντας τα χέρια του, δήλωσε:
"Όλα αυτά είναι απαίσια! Είναι ανήθικα! Είναι ρατσισμός, σεξισμός, σπισισμός, ομοφοβία, και εκμετάλλευση της εργατικής τάξης! Είναι διακρίσεις! Πρέπει να έχουμε κοινωνική δικαιοσύνη: Ίσοι μισθοί για τον Μεξικανό ναύτη, υψηλότεροι μισθοί για όλους τους ναύτες, αποζημίωση για τον Ινδιάνο, ίσες κουβέρτες για τις κυρίες, εγγυημένο δικαίωμα να ρουφάμε πούτσες, και όχι άλλες κλωτσιές στο σκύλο!"

"Ναι, ναι!" φώναζαν οι άλλοι επιβάτες. "Υπέρ, υπέρ!" φώναζε το πλήρωμα. "Είναι διακρίσεις! Πρέπει να διεκδικήσουμε τα δικαιώματά μας!"

Ο μούτσος καθάρισε το λαιμό του.

"Κοιτάξτε. Έχετε όλοι καλούς λόγους να παραπονιέστε. Αλλά μου φαίνεται ότι αυτό που πραγματικά πρέπει να κάνουμε είναι να στρίψουμε πίσω αυτό το πλοίο και να επιστρέψουμε νότια, επειδή αν συνεχίσουμε να πηγαίνουμε βόρεια τότε σίγουρα, αργά ή γρήγορα, θα γίνουμε κομμάτια, και τότε οι μισθοί σας, οι κουβέρτες σας, και το δικαίωμα να ρουφάτε πούτσες δεν θα σας κάνουν κανένα καλό, γιατί θα έχουμε όλοι πνιγεί."

Αλλά κανείς δεν του έδωσε σημασία, γιατί δεν ήταν παρά ένας μούτσος.

Ο καπετάνιος και οι αξιωματικοί, από το σταθμό τους στο πούπι, τόση ώρα παρακολουθούσαν και άκουγαν. Τώρα χαμογελούσαν και κλείναν το μάτι ο ένας στον άλλον, και, με μια χειρονομία του καπετάνιου, ο τρίτος υποπλοίαρχος κατέβηκε απ' το πούπι, σεργιάνισε προς τους επιβάτες και χώθηκε ανάμεσά τους. Πήρε μια πολύ σοβαρή έκφραση στο πρόσωπό του και μίλησε ως εξής:

"Εμείς, οι αξιωματικοί, οφείλουμε να παραδεχθούμε πως κάποια ειλικρινά ανεκδιήγητα πράγματα συμβαίνουν σε αυτό το πλοίο. Δεν είχαμε συνειδητοποιήσει πόσο άσχημη ήταν η κατάσταση μέχρι που ακούσαμε τα παράπονά σας. Είμαστε άνθρωποι καλής θέλησης και θέλουμε το καλό σας. Αλλά - βλέπετε - ο καπετάνιος είναι αρκετά συντηρητικός και σταθερός στους τρόπους του, και μπορεί να πρέπει να τον τσιγκλίσουμε λίγο πριν κάνει ουσιαστικές αλλαγές. Η προσωπική μου άποψη είναι, πως αν διαμαρτυρηθείτε σθεναρά - αλλά πάντοτε ειρηνικά και χωρίς να παραβείτε κανέναν από τους κανόνες του πλοίου - θα ταρακουνούσατε τον καπετάνιο απ' την αδράνειά του και θα τον αναγκάζατε να αντιμετωπίσει τα προβλήματα για τα οποία τόσο δίκαια παραπονιέστε."

Έχοντας πει αυτά τα λόγια, ο τρίτος υποπλοίαρχος κατευθύνθηκε πάλι προς το πούπι. Καθώς έφευγε, οι επιβάτες και το πλήρωμα του φώναζαν "Μετριοπαθή! Μεταρρυθμιστή! Παλιο-φιλελεύθερε! Τσιράκι του κυβερνήτη!", αλλά παρόλα αυτά, έδρασαν όπως τους είπε. Μαζεύτηκαν σε ένα σώμα μπροστά στο πούπι, εκτοξεύοντας βρισιές προς τους αξιωματικούς, και απαίτησαν τα δικαιώματά τους: "Θέλω υψηλότερο μισθό και καλύτερες συνθήκες εργασίας", φώναξε ο θαλασσόλυκος. "Ίσες κουβέρτες για τις γυναίκες", φώναξε η γυναίκα επιβάτης. "Θέλω να λαμβάνω τις εντολές μου στα Ισπανικά", φώναξε ο Μεξικάνος ναύτης. "Θέλω το δικαίωμα να στήνω μπαρμπούτι", φώναξε ο Ινδιάνος ναύτης. "Δεν θέλω να με αποκαλούν συκιά", φώναξε ο λοστρόμος. "Όχι άλλες κλωτσιές στο σκύλο", φώναξε η φιλόζωη. "Επανάσταση τώρα", φώναξε ο καθηγητής.

Ο καπετάνιος και οι υποπλοίαρχοι μαζεύτηκαν και συζήτησαν για αρκετά λεπτά, κλείνοντας το μάτι, κάνοντας νεύματα και χαμογελώντας ο ένας στον άλλον. Τότε ο καπετάνιος στάθηκε μπροστά στο πούπι και, σε μια μεγάλη ένδειξη καλοσύνης, ανακοίνωσε πως ο μισθός του θαλασσόλυκου θα ανέβαινε σε έξι σελίνια το μήνα· ο μισθός του Μεξικάνου ναύτη θα ανέβαινε στα δύο-τρίτα του μισθού ενός Εγγλέζου, και πως η εντολή για να μαζευτεί το πανί θα δινόταν στα Ισπανικά· οι γυναίκες επιβάτες θα λάμβαναν μία ακόμη κουβέρτα· ο Ινδιάνος ναύτης θα μπορούσε να στήνει ένα παιχνίδι μπαρμπούτι το σαββατόβραδο· ο λοστρόμος δεν θα αποκαλούνταν συκιά, εφόσον διατηρούσε το ρούφηγμα πούτσων αυστηρά ιδιωτικό· και ο σκύλος δεν θα έτρωγε κλωτσιές, εκτός αν έκανε κάτι πολύ άτακτο, όπως το να κλέψει φαΐ απ' το μαγειρείο.

Οι επιβάτες και το πλήρωμα γιόρτασαν αυτές τις υποχωρήσεις ως μια μεγάλη νίκη, αλλά το επόμενο κιόλας πρωί, ένιωθαν και πάλι δυσαρεστημένοι.

"Τα έξι σελίνια το μήνα είναι σκέτες πενταροδεκάρες, και συνεχίζουν να παγώνουν τα δαχτυλάκια μου όταν μαζεύω το πανί", μουρμούριζε ο θαλασσόλυκος. "Ακόμη δε λαμβάνω τον ίδιο μισθό με τους Εγγλέζους, ούτε κι αρκετό φαγητό γι' αυτό το κλίμα" είπε ο Μεξικάνος ναύτης. "Εμείς οι γυναίκες ακόμη δεν παίρνουμε αρκετές κουβέρτες για να μας κρατούν ζεστές", είπε η γυναίκα επιβάτης. Το υπόλοιπο πλήρωμα κι οι επιβάτες εξέφρασαν αντίστοιχα παράπονα, κι ο καθηγητής τους παρακινούσε περαιτέρω.

Όταν τελείωσαν, ο μούτσος μίλησε - αυτή τη φορά δυνατότερα, έτσι ώστε οι άλλοι να μην μπορούν να τον αγνοήσουν:

"Είναι πραγματικά απαίσιο που ο σκύλος τρώει κλωτσιές επειδή κλέβει λίγο ψωμί απ' το μαγειρείο, και που οι γυναίκες δεν έχουν ίσο αριθμό κουβερτών, και που παγώνουν τα δάχτυλα του θαλασσόλυκου· και δεν βλέπω γιατί ο λοστρόμος να μη ρουφάει πούτσες εφόσον το θέλει. Αλλά δείτε πόσο πυκνά είναι τώρα τα παγόβουνα, και πώς ο άνεμος φυσάει όλο και δυνατότερα! Πρέπει να γυρίσουμε το πλοίο αυτό προς το Νότο, επειδή αν συνεχίσουμε να πηγαίνουμε βόρεια θα γκρεμοτσακιστούμε και θα πνιγούμε."

"Ναι, πράγματι", είπε ο λοστρόμος, "είναι τόσο απαίσιο το ότι πάμε βόρεια. Αλλά γιατί θα πρέπει να κρατάω το ρούφηγμα πούτσων στη ντουλάπα; Γιατί θα πρέπει να με λένε συκιά; Δεν αξίζω κι εγώ το ίδιο με όλους τους άλλους;"

"Το ότι πλέουμε βόρεια είναι απαίσιο", είπε η γυναίκα επιβάτης. "Αλλά δεν βλέπεις; Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που οι γυναίκες χρειάζονται περισσότερες κουβέρτες για να τις κρατούν ζεστές. Απαιτώ ίσες κουβέρτες για όλες τις γυναίκες, τώρα!"

"Είναι αλήθεια", είπε ο καθηγητής, "πως το ότι κατευθυνόμαστε βόρεια επιβάλλει μεγάλες ταλαιπωρίες σε όλους μας. Αλλά το να αλλάξουμε πορεία τώρα είναι μη ρεαλιστικό. Δεν μπορείς να γυρίσεις το ρολόι πίσω. Πρέπει να βρούμε έναν ώριμο τρόπο να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση."

"Κοιτάξτε", είπε ο μούτσος, "αν αφήσουμε αυτούς τους τέσσερις τρελάκηδες εκεί στο πούπι να κάνουν το δικό τους, θα πνιγούμε όλοι. Εάν βγάλουμε ποτέ το πλοίο απ' τον κίνδυνο, τότε μπορούμε να ανησυχούμε και για τις συνθήκες εργασίας, για τις κουβέρτες των γυναικών, και για το δικαίωμα να ρουφάμε πούτσες. Αλλά πρώτα πρέπει να στρίψουμε αυτό το σκάφος. Εάν λίγοι από εμάς μαζευτούμε, φτιάξουμε ένα σχέδιο, και δείξουμε θάρρος, μπορούμε να σώσουμε τους εαυτούς μας. Δεν θα χρειάζονταν πολλοί από μας - έξι ή οκτώ θα αρκούσαν. Θα μπορούσαμε να κάνουμε έφοδο στο πούπι, να πετάξουμε στη θάλασσα αυτούς τους παλαβούς, και να στρίψουμε το πλοίο προς το Νότο."

Ο καθηγητής ύψωσε τη μύτη του και είπε αυστηρά, "Δεν πιστεύω στη βία. Είναι ανήθικη."

"Είναι αντιδεοντολογικό να χρησιμοποιούμε ποτέ βία", είπε ο λοστρόμος.

"Με τρομοκρατεί η βία", είπε η γυναίκα επιβάτης.

Ο καπετάνιος και οι υποπλοίαρχοι παρακολουθούσαν και άκουγαν όλη αυτή την ώρα. Στο σινιάλο του καπετάνιου, ο τρίτος υποπλοίαρχος κατέβηκε στο κυρίως κατάστρωμα. Βάδιζε ανάμεσα στους επιβάτες και στο πλήρωμα, λέγοντάς τους πως υπήρχαν ακόμη πολλά προβλήματα στο πλοίο.

"Έχουμε κάνει πολλή πρόοδο", είπε, "αλλά πολλά μένουν να γίνουν ακόμη. Οι συνθήκες εργασίας για το θαλασσόλυκο παραμένουν σκληρές, ο Μεξικάνος ακόμη δε λαμβάνει τον ίδιο μισθό με τους Εγγλέζους, οι γυναίκες ακόμη δεν έχουν ακριβώς όσες κουβέρτες έχουν οι άντρες, το παιχνίδι μπαρμπούτι που στήνει ο Ινδιάνος τα σαββατόβραδα είναι πενιχρή αποζημίωση για τη χαμένη του γη, είναι άδικο προς τον λοστρόμο που πρέπει να κρατάει το ρούφηγμα πουτσών κρυφό, και ο σκύλος ακόμη τρώει κλωτσιές καμιά φορά.

Νομίζω πως ο καπετάνιος πρέπει να τσιγκλιστεί ξανά. Θα βοηθούσε πολύ εάν όλοι σας κάνατε άλλη μια διαδήλωση - εφόσον παρέμενε μη βίαιη."

Καθώς ο τρίτος υποπλοίαρχος επέστρεφε στο πούπι, οι επιβάτες και το πλήρωμα ξεστόμιζαν βρισιές εναντίον του, αλλά παρόλα αυτά, έκαναν αυτό που είπε και μαζεύτηκαν μπροστά στο πούπι για άλλη μια διαδήλωση. Ξέσπαγαν και μαίνονταν και ύψωναν τις γροθιές τους, και έριξαν ακόμη κι ένα κλούβιο αυγό στον καπετάνιο (το οποίο εντέχνως απέφυγε).

Αφού άκουσε τα παράπονά τους, ο καπετάνιος και οι υποπλοίαρχοι μαζεύτηκαν για συμβούλιο, κατά το οποίο έκλειναν το μάτι και χαμογελούσαν φαρδιά πλατιά ο ένας στον άλλον. Έπειτα ο καπετάνιος στάθηκε μπροστά στο πούπι και ανακοίνωσε πως ο θαλασσόλυκος θα έπαιρνε γάντια, για να μένουν ζεστά τα χέρια του, ο Μεξικάνος ναύτης θα έπαιρνε μισθούς ίσους με τα τρία τέταρτα του μισθού ενός Εγγλέζου, οι γυναίκες θα έπαιρναν μία ακόμη κουβέρτα, ο Ινδιάνος ναύτης θα μπορούσε να στήνει μπαρμπούτι κάθε βράδυ Σάββατο και Κυριακή, ο λοστρόμος θα μπορούσε να ρουφάει πούτσες δημοσίως αφού πέσει το σκοτάδι, και κανείς δε θα μπορούσε να κλωτσήσει το σκύλο χωρίς ειδική άδεια από τον καπετάνιο.

Οι επιβάτες και το πλήρωμα ήταν σε έκσταση από αυτή τη μεγάλη επαναστατική νίκη, αλλά μόλις το επόμενο πρωί, ένιωθαν ήδη δυσαρεστημένοι και άρχισαν πάλι να γκρινιάζουν για τις ίδιες, γνωστές ταλαιπωρίες.

Ο μούτσος αυτή τη φορά νευρίασε.

"Παλιοηλίθιοι!" φώναξε. "Δεν βλέπετε τι κάνει ο καπετάνιος και οι αξιωματικοί του; Σας κρατούν απασχολημένους με τις ασήμαντα παράπονά σας για κουβέρτες και μισθούς και τις κλωτσιές του σκύλου, ώστε να μη σκεφτείτε αυτό που πραγματικά πάει στραβά με αυτό το πλοίο - ότι πάει όλο και βορειότερα και ότι όλοι θα πνιγούμε. Εάν μόνο κάποιοι από εσάς ερχόσασταν στα λογικά σας, μαζευόσασταν μαζί, και εξαπολύατε έφοδο στο πούπι, θα μπορούσαμε να στρίψουμε το πλοίο αυτό και να σωθούμε. Αλλά το μόνο που κάνετε είναι να γκρινιάζετε για ανούσια ζητηματάκια όπως οι συνθήκες εργασίας και το μπαρμπούτι και το δικαίωμα να ρουφάτε πούτσες."

Οι επιβάτες και το πλήρωμα γίναν τότε έξω φρενών.

"Ανούσια!!", φώναξε ο Μεξικάνος, "Νομίζεις πως είναι λογικό να παίρνω μόνο τα τρία τέταρτα του μισθού ενός Εγγλέζου ναύτη; Είναι αυτό ανούσιο;"

"Πώς μπορείς να αποκαλείς το πρόβλημά μου ασήμαντο;" φώναξε ο λοστρόμος. "Δεν ξέρεις πόσο εξευτελιστικό είναι να σε αποκαλούν συκιά;"

"Το να κλωτσάμε το σκύλο δεν είναι ένα 'ανούσιο ζητηματάκι'!" ούρλιαξε η φιλόζωη. "Είναι άκαρδο, βάναυσο και κτηνώδες!"

"Εντάξει λοιπόν," απάντησε ο μούτσος. "Αυτά τα ζητήματα δεν είναι ασήμαντα και ανούσια. Το να κλωτσάμε το σκύλο είναι βάναυσο, και είναι ταπεινωτικό να αποκαλείται κανείς συκιά. Αλλά εν συγκρίσει προς το πραγματικό μας πρόβλημα - εν συγκρίσει προς το γεγονός ότι το πλοίο ακόμη Βόρεια πάει - τα παράπονά σας είναι ασήμαντα και ανούσια, επειδή αν δεν στρίψουμε αυτό το πλοίο εγκαίρως, θα πνιγούμε όλοι."

"Φασίστα!" φώναξε ο καθηγητής.

"Αντεπαναστάτη!" είπε η γυναίκα επιβάτης. Και όλοι οι επιβάτες και το πλήρωμα συμμετείχαν, ό ένας μετά τον άλλον, αποκαλώντας το μούτσο φασίστα και αντεπαναστάτη. Τον έδιωξαν, και επέστρεψαν στο να γκρινιάζουν για τους μισθούς, για τις κουβέρτες των γυναικών, για το δικαίωμα να ρουφάνε πούτσες, και για το πώς φέρονταν στο σκύλο. Το πλοίο συνέχισε να πλέει βόρεια, και μετά από λίγο τσακίστηκε ανάμεσα σε δύο παγόβουνα και όλοι πνίγηκαν.



[1] Ιστορία του Theodore J. Kaczynski, © 1999. Μεταφρασμένη στα Ελληνικά από την παρούσα σελίδα.


Άγρια Χώρα


Επικοινωνία: agria.chora@hotmail.com